ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Ντάντε: “Τρία μαγικά χρόνια στον Παναθηναϊκό”

Ντάντε: “Τρία μαγικά χρόνια στον Παναθηναϊκό”

To καλοκαίρι του 2004 ο Παναθηναϊκός προσπαθεί να κάνει την υπέρβαση και έφτασε κοντά σε σπουδαίους παίκτες από το εξωτερικό οι οποίοι την τελευταία στιγμή δεν ντύθηκαν στα πράσινα και έτσι η χρονιά δεν είχε την εξέλιξη που περίμεναν όλοι τότε στην ομάδα.

Ένα χρόνο αργότερα ο Βλάση Σταθοκωστόπουλος είχε μάθει από το πάθημα του και φρόντισε από νωρίς να κάνει τα χτυπήματά του.

Κινήσεις ουσίας αλλά και εντυπωσιασμού με παίκτες παγκόσμιας κλάσης να έρχονται στη χώρα μας. Η αγορά της Βραζιλίας πάντα του άρεσε και έτσι δεν θα μπορούσε να μην την εμπιστευτεί και σε αυτή την περίοδο.

Έτσι, το καλοκαίρι του 2005 ο Ντάντε Γκιμαράες Σάντος ντο Αμαράλ ντύνεται στα πράσινα. Βασικό μέλος της Βραζιλίας που ένα χρόνο νωρίτερα είχε κατακτήσει το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς της Αθήνας και τέσσερα World League (2001, 2003, 2004, 2005), ένα Παγκόσμιο πρωτάθλημα (2002) και ένα Παγκόσμιο Κύπελλο (2003).

Μετά από μία τριετία στην Ιταλία και την Μόντενα ο Ντάντε ήρθε στη χώρα μας και ουσιαστικά πρόλαβε να αγαπηθεί από τους φιλάθλους του Παναθηναϊκού πριν καν φορέσει την πράσινη φανέλα. Κάτι λογικό άλλωστε αφού το μέγεθος της μεταγραφής ήταν τεράστιο και για να γίνει αντιληπτό από τους μη μυημένους ήταν θα σαν να αποκτούσε τώρα μια ποδοσφαιρική ομάδα της Ελλάδας τον Νεϊμάρ. Ο 34χρονος σήμερα Ντάντε αποδέχτηκε αμέσως την πρόσκληση μας και με μεγάλη χαρά μας μας μίλησε για την παρουσία του στη χώρα μας, τις μεγάλες του στιγμές με τη Σελεσάο.

Από εκεί ξεκίνησε και η κουβέντα μας με τον Ντάντε Αμαράλ ο οποίος όπως ήταν φυσιολογικό δεν μπορεί να ξεχάσει την κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου στους Ολυμπιακούς αγώνες της Αθήνας. “Κορυφαία στιγμή της καριέρας μου ήταν το μετάλλιο με την εθνική Βραζιλίας στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας. Είχα επιτυχίες και σε συλλογικό επίπεδο, αλλά σαν την επιτυχία της εθνικής, δεν υπάρχει κάτι άλλο” είπε αρχικά και συνέχισε: “Από την Αθήνα και τους Ολυμπιακούς Αγώνες θυμάμαι όλο το τουρνουά, αλλά κυρίως τον τελικό απέναντι στην Ιταλία, μία ομάδα πολύ δυνατή, όχι μόνο στην άμυνα αλλά σε όλες τις γραμμές. Κυρίως θυμάμαι την τελευταία φάση της αναμέτρησης, αλλά και τη γλυκιά γεύση της νίκης”.

“Αξέχαστη η υποδοχή στο αεροδρόμιο”

Στη συνέχεια η κουβέντα μας πήγε φυσικά στον Παναθηναϊκό. “Δεν ήταν μόνο τα λεφτά, που με ανάγκασαν να πω το ναι στον Παναθηναϊκό, αλλά και το όνομα της ομάδας στην Ευρώπη. Ήξερα το μέγεθος του Παναθηναϊκού από τη στιγμή που έπαιζα στην Ιταλία, είναι μία ομάδα γνωστή στην Ευρώπη.

Όταν συναντήθηκα με τον κύριο Βλάσση (σ.σ. Σταθοκωστόπουλο), που εξήγησε όλο το πρότζεκτ, στο οποίο παρέμεινε συνεπής από την αρχή μέχρι το τέλος. Ένας εκπληκτικός κύριος που αγαπά πολύ τον Παναθηναϊκό.” θυμάται ο Βραζιλιάνος σούπερ σταρ.

Η υποδοχή και το “αντίο”

Όσο και να προσπάθησε δεν μπορούσε να θυμηθεί κακή στιγμή από τη θητεία του στη χώρα μας. “Κακή στιγμή δεν θεωρώ ότι υπήρχε στη θητεία μου στον Παναθηναϊκό, αντίθετα καλά θεωρώ και τα τρία χρόνια που πέρασα στην Αθήνα, με την πράσινη φανέλα. Ήταν τρία μαγευτικά χρόνια και τα κρατώ στην καρδιά μου, ακόμη και τώρα που βρίσκομαι τόσα μίλια μακριά από την Ελλάδα.

Αυτό που θυμάμαι πιο πολύ από όλα είναι η υποδοχή στο αεροδρόμιο. Όταν είδα τόσο κόσμο να με περιμένει με πράσινα κασκόλ, έμεινα άφωνος. Ήταν κάτι που δεν το περίμενα, με τίποτα. Εντυπωσιάστηκα. Αγωνίστηκα σε τρεις χώρες και δεν είχα πουθενά τέτοια υποδοχή.

Θυμάμαι την ατμόσφαιρα στα ντέρμπι, τα γήπεδα ήταν γεμάτα και αυτό φανέρωνε το ενδιαφέρον του κόσμου για το άθλημα. Είναι διαφορετικό να αγωνίζεσαι σε άδεια γήπεδα, διαφορετικό σε γεμάτα. Αντιδρά διαφορετικά και ο αθλητής.”

Μπορεί η τριετία του στον Παναθηναϊκό να ήταν ονειρική, αλλά το διαζύγιο του ήταν λίγο επεισοδιακό. Τι έγινε όμως με την πρόταση της Ντιναμό; “Ήταν μία συμφέρουσα πρόταση και για τον Παναθηναϊκό και για εμένα, πάντα μιλούσα με τον κύριο Βλάσση και του είχα πλήρη εμπιστοσύνη. Δεν έφυγα με κακό τρόπο, ήταν μία κοινή απόφαση και νομίζω ότι και η ομάδα κέρδισε από αυτό.”

“Μακάρι το βόλεϊ στην Ελλάδα να επανέρθει εκεί που ήταν”

Τι και αν πλέον βρίσκεται περισσότερα από 9.000 χιλιόμετρα μακριά συνεχίζει να μαθαίνει για τα όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα. “Έχω ακούσει ότι το ελληνικό βόλεϊ, έχει επηρεαστεί από τη γενικότερη οικονομική κρίση στη χώρα. Αυτό που έχω να πω εγώ είναι ότι ομάδες σαν τον Παναθηναϊκό, πρέπει να παλεύουν πάντα για τον τίτλο, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη. Για να γίνουν όλα αυτά, πρέπει να υπάρχει ανταγωνισμός. Θέλω να ευχηθώ το ελληνικό βόλεϊ να επιστρέψει εκεί που του αξίζει, εκεί που το γνώρισα, εγώ”.

“Τέτοιος κόσμος πουθενά”

Η σχέση του με τον κόσμο του Παναθηναϊκού ήταν ξεχωριστή από την πρώτη στιγμή που ήρθε στη χώρα μας και γρήγορα έγινε σύνθημα στα χείλη των πράσινων φιλάθλων.

Όταν του ζητήσαμε να μας πει για αυτό άλλαξε τόνο η φωνή του και δεν έκρυψε την νοσταλγία του αλλά και την αγάπη του για αυτούς. “Θέλω να ευχαριστήσω τους οπαδούς του Παναθηναϊκού, όχι μόνο για την εκπληκτική υποδοχή που μου επιφύλασσαν, αλλά και για τις όμορφες στιγμές που μου χάρισαν. Τους έχω μέσα στην καρδιά μου. Δεν έχω συναντήσει τέτοιο κόσμο ούτε στη Ρωσία, ούτε στην Ιταλία, ούτε στη Βραζιλία. Να εδώ ακούς φωνές από την προπόνηση της ομάδας μου στη Βραζιλία και το λέω ξεκάθαρα ότι κόσμο σαν και αυτό του Παναθηναϊκού, δεν έχω συναντήσει.”

Για το τέλος ο Ντάντε Αμαράλ δεν έκρυψε την επιθυμία του μία ημέρα να επιστρέψει στην χώρα μας. “Μακάρι να μπορέσω να επιστρέψω στο μέλλον σε αυτή την υπέροχη και πανέμορφη χώρα, και σε αυτό το μοναδικό στον κόσμο σύλλογο. Ποτέ δεν μπορεί να προβλέψει κανείς το μέλλον, αλλά θα ήθελα μία μέρα να επιστρέψω στο μέρος που αγάπησα και δέχθηκα τόση αγάπη”.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΓΙΑ ΤΟ SPORT24 

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΕΜΠΕΛΗΣ-ΚΩΣΤΑΣ ΧΟΛΙΔΗΣ