ΔΙΕΘΝΗ

Η ζωή μου στην Κορέα

Η ζωή μου στην Κορέα

Όταν πήρε για πρώτη φορά το αεροπλάνο για την Σεούλ πέρσι στις αρχές Ιουνίου, όλα έγιναν τόσο γρήγορα και οι τρεις μέρες που έμεινε εκεί για να περάσει τις απαραίτητες εξετάσεις και να υπογράψει το συμβόλαιο του δεν τον βοήθησαν να αντιληφθεί τη νέα του πραγματικότητα. Αυτή που βιώσε ο Δημήτρης Τζούριτς τους προηγούμενους 7,5 μήνες ως παίκτης της KEPCO, με την οποία έγραψε ιστορία στην κορεατική λίγκα.

Κι αν το δέλεαρ για τον ίδιο ήταν τα πολλά λεφτά που του έδωσαν οι Κορεάτες προκειμένου να τον πείσουν να αφήσει την Ευρώπη, η αλήθεια είναι ότι οι εργοδότες του δεν έχουν μετανιώσει ούτε στιγμή για την επένδυση που έκαναν.

Η KEPCO στην πολύχρονη ιστορία της μετά βίας είχε τερματίσει μια φορά στην 5η θέση κι η φετινή πορεία της ήταν ένα μικρό θαύμα.
Πέρσι με τον Λεάντρο Βιζότο (διαγώνιος της εθνικής Βραζιλίας) τερμάτισε τελευταία και καταϊδρωμένη, αλλά φέτος με ηγέτη τον Τζούριτς μπήκε για πρώτη φορά στην ιστορία της στα πλέι οφς χάνοντας τελικά στους ημιτελικούς από την μετέπειτα πρωταθλήτρια Rush&Cash.
«Όταν πρωτοήρθα πίστευα ότι θα ήταν εύκολα στο αγωνιστικό κομμάτι. Μπορεί να μην είναι οι ντόπιοι παίκτες σαν τους Ρώσους, τους Ιταλούς ή τους Τούρκους, αλλά πίστεψε με δεν είναι κι ότι πιο εύκολο να παίρνεις 60-70 μπάλες σε κάθε παιχνίδι και όλοι οι αντίπαλοι να έχουν προσαρμόσει το παιχνίδι τους πάνω σου. Κι όλα αυτά να μου συμβαίνουν στην 2η μου σεζόν ως διαγώνιος… Αυτή η χρονιά ήταν ένα πολύ μεγάλο σχολείο τελικά για μένα».

Το σφίξιμο της πρώτης ημέρας

«Αν θυμάμαι την πρώτη μου ημέρα; Πώς να μην την θυμάμαι! Καταρχήν όλοι με κοιτούσαν περίεργα. Πως κοιτάμε εμείς εδώ στην Ελλάδα τους Ασιάτες τουρίστες όταν τους βλέπουμε στο δρόμο; Έτσι ακριβώς έγινε και με εμένα. Όταν είχα πάει τον Ιούνιο για τις υπογραφές δεν είχα προλάβει να συνειδητοποιήσω κάποια πράγματα. Τα κατάλαβα όμως όταν ήρθαν τον Αύγουστο για μόνιμη εγκατάσταση».
Το να σε κοιτούν στο δρόμο και να σε αναγνωρίζουν γιατί είσαι ο Τζούριτς (όπως συμβαίνει στην Ελλάδα) είναι διαφορετικό από το να σε κοιτούν περίεργα γιατί είσαι ψηλός και λευκός, αλλά η προσαρμογή είχε κι άλλα στάδια.
Πρώτα απ’ όλα οι προπονήσεις. «Σχεδόν δέκα ώρες την ημέρα είμαι με την ομάδα. Στις 09:30 έχουμε την πρώτη προπόνηση που κρατάει μέχρι τις 12:00-12:30. Μετά πηγαίνω σπίτι, τρώω, ξεκουράζομαι καμία ώρα και από τις 16:00 έως τις 19:00 υπάρχει πάλι τρίωρη προπόνηση. Στην αρχή ήθελαν να συμμετέχω και στην τρίτη προπόνηση της ημέρας, αλλά τους το ξέκοψα. Γενικά η ζωή είναι βόλεϊ, σπίτι, βόλεϊ… Από ένα σημείο και μετά όταν ο κόουτς κατάλαβε ότι δεν είμαι κάποιος τεμπέλης ή κάποιος που ήρθε μόνο για να κάνει αρπαχτή, όταν του ζητούσα μου έδινε κάποιες φορές ρεπό. Όταν τους δείχνεις τον σεβασμό που πρέπει στο ανταποδίδουν

Κωδικός φαγητό: Το ωμό χταπόδι και τα… όχι του Δημήτρη

«Το να βλέπω να τρώνε πρωινό για μακαρόνια ακόμη και τώρα δεν μπορώ να το χωνέψω, αλλά δεν μου προκαλεί τόσο εντύπωση όσο τον πρώτη ημέρα που τους είδα να το κάνουν».
Αυτή ήταν μια εικόνα των πρώτων ημερών, ωστόσο γνώριζε κι ο ίδιος πολύ καλά ότι στο φαγητό είχε να ζήσει πραγματικά μια ξεχωριστή εμπειρία.
«Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτό που είδα στην τηλεόραση ένα βράδυ. Ήταν ένας τύπος ο οποίος ψάρευε και είχε βγάλει ένα μικρό χταπόδι, το οποίο χωρίς κανένα πρόβλημα το έφαγε ωμό!».
Με την kορεατική κουζίνα να περιλαμβάνει πιάτα με σκύλους, σκαθάρια σκουλήκια κι ότι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς, αρκετές φορές του έχουν προτείνει να δοκιμάσει, αλλά δεν έχει ενδώσει.
«Απ’ ότι μου είπαν ο Βραζιλιάνος Βιζότο που αγωνιζόταν πέρσι στην ομάδα δεν είχε πρόβλημα. Εγώ όμως δεν μπορώ να το κάνω… Ευτυχώς όταν τρώμε με την ομάδα το μενού είναι κανονικό, αλλά όταν πηγαίνει στο σούπερ μάρκετ και βλέπεις να πουλάνε σκουλήκια όπως πουλάμε εμείς πατατάκια τρελαίνεσαι».

Αχ Ελλάδα σ’ αγαπώ

Στις λίγες φορές που έχει πάει στην Σεούλ ανακάλυψε ελληνικό εστιατόριο, αλλά ήταν άτυχος όποτε το επισκέφτηκε. «Είναι το μοναδικό μέρος στον κόσμο που δεν έχω πετύχει κάποιον Έλληνα. Βρήκα το ελληνικό εστιατόριο όμως όσες φορές πήγα εκεί ο Έλληνας μάγειρας έλλειπε. Τουλάχιστον τους είχε μάθει να μαγειρεύουν καλά και ευχαριστήθηκα το φαγητό», τονίζει με νόημα και μας δίνει την καλύτερη πάσα.
«Να υποθέσω ως οι επισκέψεις που δέχθηκες από την οικογένεια σου αλλά και τον ομοσπονδιακό τεχνικό Σωτήρη Δρίκο ήταν μια όαση χαράς;», τον ρωτάμε και χωρίς περιστροφές απαντά.
«Δεν μπορείς να φανταστείς πως ένιωθα. Είναι απίστευτο το συναίσθημα να μιλάς στον άλλο να και να τον κοιτάς στα μάτια. Τους άκουγα να μιλάνε και δεν ήθελα να σταματήσουνε».

Ο… κολλητός μου ο Τσέσενα!

Όταν έφυγε από τον Ολυμπιακό για την Ιταλία και την Τρεντίνο, μπορούσε να συνεννοηθεί εύκολα στα Αγγλικά και γρήγορα έμαθε και τα ιταλικά, τα οποία χρησιμοποιούσε και στην θητεία του στην Χάλκμανκ (πήγε πακέτο από το Τρέντο με τους Ράφαελ, Καζίτσκι, Χουαντορένα).
Στην Κορέα όμως τα Αγγλικά είναι όπως τα… Κορεατικά στην Ελλάδα. «Από τους συμπαίκτες μου δεν μιλάει κανένας Αγγλικά, γενικά στην Κορέα δεν μιλάνε Αγγλικά, αλλά επειδή το γνωρίζουν και είναι πολύ τυπικοί, από την πρώτη ημέρα είχα δίπλα μου τον Τσεσένα ή στα ελληνικά Χέρι».
Ποιος είναι ο ‘Χέρι’; «Ο επίσημος μεταφραστής μου ο οποίος κυριολεκτικά ήταν η σκιά μου. Ήταν πραγματικά ο άνθρωπος μου αφού οτιδήποτε χρειαζόμουν το έλεγα σ’ αυτόν κι αναλάμβανε να το διεκπεραιώσει», εξηγεί ο Δημήτρης ο οποίος κατάφερε να κάνει τον Τσεσένα πιο φιτ από ποτέ. «Του εξήγησα ότι για να μπω πιο γρήγορα στο πνεύμα της ομάδας και να αποκτήσω επαφή με τους συμπαίκτες μου έπρεπε να είναι δίπλα μου ακόμη και στο ζέσταμα. Έτσι ακολουθούσε κανονικά το πρόγραμμα της ομάδας, έκανε τρέξιμο, διατάσεις, μόνο μπάλα δεν έπιανε. ‘Δεν υπάρχουν αυτά που κάνω για σένα’ μου έλεγε, αλλά μέσα σ’ αυτούς τους μήνες τον έχω κάνει μοντέλο (γέλια). Ειλικρινά όμως δεν ξέρω τι θα έκανα χωρίς αυτόν. Ήταν η φωνή μου και η επικοινωνία μου με τον έξω κόσμο».
Ελληνικά δεν μπόρεσε να μάθει στους συμπαίκτες του (πέραν της πιο γνωστής λέξης), ενώ ο ίδιος κατάφερε να μάθει κάποιες βασικές εκφράσεις. Και το να τον ακούς να λέει με μια αρκετά καλή ασιατική προφορά ‘άνια σε ο’ (γεια), ‘καμ ζάμι ντα’ (ευχαριστώ) ή ‘σάμι ντα’ (καλή δουλειά) είναι αν μη τι άλλο… εντυπωσιακό.

Πες το κι έγινε

Τελικά τί άνθρωποι είναι αυτοί οι Κορεάτες; «Εδώ με έχουν από την πρώτη στιγμή σαν Θεό! Οι συνθήκες δουλειάς για έναν επαγγελματία είναι πραγματικά άριστες ενώ ότι ζητήσω έχουν σκιστεί για να το τακτοποιήσουν. Απλά όσο πιο γρήγορα προσαρμοστείς στα νέα δεδομένα της ζωής σου και στην νοοτροπία τους τόσο πιο εύκολα θα γίνουν τα πράγματα για σένα».
Πόσο εύκολα όμως ήταν τα πράγματα για τον ίδιο; «Σίγουρα η προσαρμογή μου δεν ήταν εύκολη. Το πρώτο δεκαήμερο δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Ήταν μεγάλη η αλλαγή και για να σου πω την αλήθεια ακόμη και τώρα που τελείωσε η σεζόν δεν μπορώ να πως ότι έχει προσαρμοστεί πλήρως. Σίγουρα πάντως ήταν πολύ καλύτερα τα πράγματα απ’ ότι στην αρχή».

Η επιστροφή και η Εθνική

Αυτό βέβαια ίσως έχει να κάνει και με το γεγονός ότι όσο περνούσε ο καιρός πλησίαζε και η στιγμή που θα επέστρεφε στην Ευρώπη όπως και έγινε πριν από δύο εβδομάδες. Αρχικά πήγε Βελιγράδι για να δει τους γονείς του και πλέον είναι στο Τρέντο όπου θα ενισχύσει την παλιά του ομάδα στα πλέι οφ του καμπιονάτο.
«Παρόλο που είμαι αρκετά κουρασμένος, είχα δώσει τον λόγο μου στο Τρέντο και θα προσπαθήσω να βοηθήσω όπως μπορώ. Ανυπομονώ όμως για την στιγμή που θα βρεθώ πάλι πίσω στην Ελλάδα»
Κι αυτή η στιγμή θα έρθει μέσα στον Μάιο όπου Δημήτρης θα βρεθεί και πάλι Ελλάδα, για να ενταχθεί στην προετοιμασία της Εθνικής ομάδας εν όψει παγκόσμιου λιγκ το οποίο περιμένει πως και πως…
«Το παγκόσμιο λιγκ που θα παίξουμε εμείς δεν είναι το ίδιο με αυτό που έπαιζε παλιά η Εθνική, αλλά είναι μια καλή αρχή… Στόχος είναι την επόμενη χρονιά να βρεθούμε στο δεύτερο γκρουπ δυναμικότητας. Υλικό υπάρχει, ταλέντο έχουμε και πρέπει να εκμεταλλευτούμε αυτή την ευκαιρία που μας δίνεται», λέει και τα λόγια του ξεχειλίζουν από πάθος.
«Η Εθνική είναι μεγάλη τιμή για όλους μας και όλα τα παιδιά θέλουμε να την οδηγήσουμε ξανά ψηλά. Γουστάρω να παίξω σε ευρωπαϊκό ή παγκόσμιο πρωτάθλημα και πιστεύω η συμμετοχή μας στο παγκόσμιο αλλά και στο ευρωπαϊκό θα μας βοηθήσουν να βελτιωθούμε ως ομάδα».

ΠΗΓΗ: Sportsfeed